Χαιρετισμός του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Νέας Ιουστινιανής και Πάσης Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Β΄, Ιδρυτού της Θεολογικής Σχολής της Εκκλησίας της Κύπρου και πρώτου Προέδρου του Συμβουλίου της, με την ευκαιρία της αδειοδότησης ίδρυσης και λειτουργίας της Σχολής
Η Θεολογική Σχολή της Εκκλησίας Κύπρου, παραπλεύρως της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου, ξεκινά την πορεία της ζωής της όπως ένα παιδί που μεγαλώνει κάτω από τη φροντίδα της μητέρας του. Η Εκκλησία Κύπρου όχι μόνο διέσωσε τη γνήσια αποστολική παράδοση και μετέδωσε ανόθευτα την αλήθεια του Ευαγγελίου, αλλά πάντοτε στάθηκε ως «τιθηνούσα μήτηρ» στο λαό του Θεού και στον κάθε χειμαζόμενο άνθρωπο. Διαδραμάτισε στους αιώνες και πάντοτε θα διαδραματίζει, τόσο στο επίπεδο της φιλαλληλίας όσο και στο επίπεδο της κατά Θεόν παιδείας, ένα ρόλο σημαντικό, καλώντας όλους να γευθούν από το τραπέζι της χαράς του Κυρίου τους.
Η ίδρυση της Σχολής εξυπηρετεί μία αυξανόμενη ανάγκη της Εκκλησίας Κύπρου να καλλιεργεί το δικό της φυτώριο Θεολογικής παιδείας. Προσβλέπουμε στην ανάπτυξη της εντός των ορίων της Εκκλησίας της Κύπρου, όσο και σε διορθόδοξο και διαχριστιανικό επίπεδο, με τις σχέσεις που θα αναπτύσσει η Σχολή με αντίστοιχες Σχολές και με τη συνεργασία της με τις αδελφές Ορθόδοξες Εκκλησίες, τις εγγύς και τις μακράν.
Η Εκκλησία της Κύπρου σήμερα σεμνύνεται για το ότι διαθέτει ένα λαό με αρκετά υψηλό μορφωτικό επίπεδο, με πολύ καλούς και ταπεινούς κληρικούς, που διακονούν την Εκκλησία με αφοσίωση. Οι σύγχρονες ανάγκες του λαού μας απαιτούν μία σύγχρονη προσέγγιση. Η ίδρυση της Σχολής αποσκοπεί στην προετοιμασία θεολογικά καταρτισμένων κληρικών, οι οποίοι θα στελεχώνουν την Εκκλησία της Κύπρου, αλλά και την Ορθοδοξία εν γένει. Αποσκοπεί, ακόμη, στον καταρτισμό θεολόγων-εκπαιδευτικών, για την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, στελεχών, που να μπορούν να προσφέρουν κοινωνικό έργο και να εργαστούν σε πολιτιστικούς ή εκκλησιαστικούς οργανισμούς, καθώς και υποψηφίων επιστημόνων της Θεολογίας, αλλά και συναφών επιστημών σε μεταπτυχιακό επίπεδο.
Καλωσορίζουμε, στην αρτιγέννητη Θεολογική Σχολή της Εκκλησίας Κύπρου, τα μόνιμα μέλη του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.), που στελεχώνουν τη Σχολή, τους έγκριτους ακαδημαϊκούς, που αποδέχτηκαν την πρόταση να υπηρετήσουν τη Σχολή μας, τα μέλη Δ.Ε.Π., υπό την ιδιότητα του «Συνεργαζόμενου Ακαδημαϊκού Προσωπικού Σύντομης Διάρκειας», που θα πορευθούν μαζί μας. Καλωσορίζουμε, τέλος, τις φοιτήτριες και τους φοιτητές που θα αποτελούν «νεόφυτα ἐλαιῶν κύκλῳ τῆς ἀθανάτου τραπέζης».
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου
22 Ιουνίου 2015
.
Kείμενο του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Νέας Ιουστινιανής και Πάσης Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Β΄, Ιδρυτού της Θεολογικής Σχολής της Εκκλησίας της Κύπρου και πρώτου Προέδρου του Συμβουλίου της, γραμμένο ιδιόχειρα στο Βιβλίο Επισκεπτών της Σχολής, με την ευκαιρία των εγκαινίων της.
«Ἐρχόμενοι δέ ἥξουσιν ἐν ἀγαλλιάσει αἴροντες τά δράγματα αὐτῶν» (Ψαλμ. 125,6).
Ἐν ἀγαλλιάσει, πράγματι, σήμερα θερίζομε τούς καρπούς ἑνός ὁράματος, πού πραγματοποιεῖται ἔπειτα ἀπό πολλή προσευχή μελέτη καί μόχθο.
Πάντοτε μέ ἀπασχολοῦσε ἡ σκέψη ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου πρέπει νά ἀποκτήσει μιά Θεολογική Σχολή Πανεπιστημιακοῦ ἐπιπέδου, γιά νά καταρτίζει τά στελέχη της. Νά προσφέρει στούς φοιτητές της ἄρτια ἐπιστημονική κατάρτιση καί συγχρόνως νά τούς ἐμπνέει νά διαμορφώνουν φρόνημα καί ἦθος Ἐκκλησιαστικό.
Χρειαζόμαστε στελέχη καί ἐργάτες τῆς Ἐκκλησίας, πού θά βαδίζουν τήν μέση Βασιλική ὁδό μεταξὺ τῶν δύο ἄκρων: τῆς ἐκκοσμικεύσεως καί τοῦ ἄκριτου φανατισμοῦ.
Καί ἰδού ὅτι τό ὄνειρο καί τό ὅραμα πραγματοποιεῖται. Τά συναισθήματά μου εἶναι ἀνάμεικτα ἀπό συγκίνηση καί χαρά καί κυρίως εὐγνωμοσύνη πρός τόν Δωρεοδότη Κύριο, πού βοήθησε στήν πραγμάτωση τοῦ ὁράματος.
Ἐλπίζομε καί ευχόμεθα τό Πνεῦμα τό Ἅγιο νά κατευθύνει διδάσκοντες καί διδασκόμενους καί ἡ Σχολή αὐτή νά ἀποβῇ πράγματι φυτώριο τῆς ἀρετῆς καί τῆς γνώσεως μέσα στήν Ἐκκλησία μας.
Σ’ αὐτούς θὰ ἤθελα μαζί μέ τίς ἐγκάρδιες πατρικές μου εὐχές νά ἀπευθύνω τήν προτροπή τοῦ Ἀπ. Παύλου στούς Ἐφεσίους:
«ὑποδησάμενοι τούς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης, …δέξασθαι, καί τήν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος, ὅ ἐστι ῥῆμα Θεοῦ» (Ἐφεσ. στ, 15.17).
Καί ὅλα θά ἀποβλέπουν
«ἵνα ἄρτιος ᾖ ὁ τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος, πρός πᾶν ἔργον ἀγαθόν ἐξηρτισμένος» (Β΄ Τιμ. γ, 17).
Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Κύπρου
15 Σεπτεμβρίου 2015